Slideshow image Slideshow image Slideshow image Slideshow image
Previous Next
Καρκίνος του προστάτη

Ο καρκίνος του προστάτη είναι ο συχνότερος καρκίνος στους άντρες και η δεύτερη σε συχνότητα αιτία θανάτου από καρκίνο (μετά τον καρκίνο του πνεύμονα) στους άντρες. Η έγκαιρη διάγνωση όμως είναι εφικτή, αρκεί κάθε άντρας να ευαισθητοποιηθεί γι’ αυτό. Και αυτό, γιατί η πάθηση δεν δίνει κανένα σύμπτωμα στα αρχικά στάδια, όπου η νόσος είναι αντιμετωπίσιμη. Έτσι, η διάγνωση γίνεται μόνο με τον ετήσιο προληπτικό έλεγχο.

Διάγνωση 
Η πρόληψη βασίζεται σε μία απλή εξέταση αίματος, που μπορεί να βοηθήσει στον εντοπισμό του καρκίνου του προστάτη σε ένα πρώιμο στάδιο. Η εξέταση αυτή μετρά την ποσότητα του ειδικού προστατικού αντιγόνου (PSA) στο αίμα. Το PSA είναι μια πρωτεΐνη του προστάτη που εμφανίζεται σε μικρές ποσότητες στο αίμα των αντρών απολύτως φυσιολογικά.

Σε ηλικίες κάτω των 50 ετών, δεν χρειάζεται, αφού ο καρκίνος του προστάτη είναι σπάνιος σε νεότερους άντρες. Μόνο εάν κάποιος συγγενής πρώτου βαθμού (πατέρας, αδελφός ή τα αδέλφια των γονέων) έχει διαγνωστεί με καρκίνο προστάτη, η εξέταση του PSA έχει νόημα σε ηλικία 40-50 ετών. Ο έλεγχος πρέπει να γίνεται ανεξάρτητα από συμπτώματα, καθότι, όπως αναφέρθηκε, ο καρκίνος αναπτύσσεται συνήθως αργά, χωρίς να προκαλεί συμπτώματα που οδηγούν στον γιατρό.
 
Ωστόσο, πάνω από την ηλικία των 50 ετών, περίπου 2 στους 10 άντρες (20%) έχουν αυξημένη τιμή PSA. Τα αυξημένα επίπεδα μπορεί να οφείλονται στον προστατικό καρκίνο, αλλά μπορεί επίσης να σχετίζονται με καλοήθη υπερτροφία προστάτη ή ακόμη και με ουρολοίμωξη ή φλεγμονή του προστάτη (προστατίτιδα). Για τον λόγο αυτόν, πρόσθετες εξετάσεις και ιδιαίτερα η δακτυλική εξέταση του προστάτη από τον Ουρολόγο είναι πάντα απαραίτητες. Παρά τα πλεονεκτήματα της έγκαιρης διάγνωσης του καρκίνου, υπάρχουν σαφή μειονεκτήματα της μέτρησης του PSA. Η εξέταση PSA σε ορισμένες περιπτώσεις καρκίνου του προστάτη δείχνει χαμηλές τιμές (περίπου το 1% των καρκίνων), ενώ, σε ορισμένες περιπτώσεις, οι ψηλές τιμές θα αναγκάσουν τους γιατρούς να υποβάλουν τους ασθενείς σε βιοψία, χωρίς σημαντικές πιθανότητες εύρεσης καρκίνου.

Αποτελέσματα εξέτασης PSA
Θα πρέπει να σημειωθεί ότι δεν υπάρχει κάποια τιμή PSA που να διαχωρίζει το φυσιολογικό από το παθολογικό. Παρόλο που τιμές κάτω από 4 ng/ml θεωρούνται φυσιολογικές, θα πρέπει να τονιστεί ότι οι τιμές αυτές είναι ενδεικτικές και  δεν αποκλείουν καρκίνο. Για παράδειγμα, ένας άντρας που πέρυσι είχε τιμή PSA 1 και φέτος 2 ng/ml έχει μεγαλύτερες πιθανότητες να έχει καρκίνο από έναν άλλο, η τιμή του οποίου πέρυσι ήταν 4 και φέτος 5 ng/ml. Στην πρώτη περίπτωση, έχουμε ετήσια αύξηση 100%, ενώ στη δεύτερη μόλις 25%. Άντρες, πάντως, με τιμές PSA πάνω από 10 ng/ml έχουν μεγάλες πιθανότητες να διαγνωστούν με καρκίνο του προστάτη (5 στους 10),  και η βιοψία επιβάλλεται, εκτός αν πρόσφατα είχαν ουρολοίμωξη ή έβαλαν καθετήρα κύστης.
 
Η ηλικία παίζει, επίσης, καθοριστικό ρόλο στην εκτίμηση του ασθενή. Για παράδειγμα, ένας ασθενής 80 ετών με τιμή PSA 2 ή 3 ng/ml, έχει πρακτικά μηδενικές πιθανότητες να πεθάνει από καρκίνο προστάτη, άρα ο επανέλεγχος είναι μάλλον άσκοπος. Αν όμως ένας άντρας 50 ετών παρουσιάσει αύξηση του PSA από 1 σε 3 ng/ml μέσα σε ένα χρόνο, ο τριπλασιασμός αυτός της τιμής εγείρει έντονες υποψίες για καρκίνο που, σε αυτές τις ηλικίες, είναι απειλητικός για τη ζωή. Η τιμή άρα του PSA είναι ενδεικτική και η αξιολόγηση πρέπει να γίνεται από τον Ουρολόγο.
 
Επιπλέον ιατρικές εξετάσεις
Ο Ουρολόγος θα σας υποβάλλει σε δακτυλική εξέταση του προστάτη από τον πρωκτό.  Αυτή η εξέταση μπορεί να είναι ενοχλητική , αλλά συνήθως δεν είναι επώδυνη και διαρκεί πολύ λίγο.
 
Η δακτυλική εξέταση  είναι λιγότερο αποτελεσματική από την εξέταση αίματος PSA στην εύρεση του καρκίνου του προστάτη, αλλά μερικές φορές μπορεί να βρει περιστατικά καρκίνου στους άντρες με φυσιολογικά επίπεδα PSA. Σε τέτοια περίπτωση, όταν εντοπιστεί κάποια σκληρία στην περιοχή του προστάτη, η βιοψία επιβάλλεται ανεξάρτητα από την τιμή του PSA, εκτός από τους ασθενείς με κακή γενική κατάσταση υγείας από άλλες παθήσεις και μικρό προσδόκιμο επιβίωσης. Η δακτυλική εξέταση δίνει, επίσης, πληροφορίες για το μέγεθος του αδένα και την πιθανότητα παρουσίας φλεγμονής. Μετά την εξέταση αυτήν, ο Ουρολόγος θα κρίνει εάν θα κάνετε βιοψία προστάτη.

Βιοψία προστάτη
Η βιοψία του προστάτη θα γίνει με τη χρήση ειδικών υπερήχων με ειδική κεφαλή (διορθική), που εισάγεται από τον πρωκτό και απεικονίζει τον αδένα στην οθόνη.
 
Αυτή η μέθοδος βοηθά να γίνει το πλάνο της βιοψίας και να αποφασιστεί πόσα τεμάχια ιστού θα πάρει ο Ουρολόγος, ανάλογα με το μέγεθος του αδένα (συνήθως 6-24 τεμάχια). Στη συνέχεια, ο Ουρολόγος θα χρησιμοποιήσει μία λεπτή και μακριά βελόνα, μέσω ειδικής συσκευής στόχευσης, για να λάβει μικρές ποσότητες ιστού από διαφορετικές περιοχές του προστάτη. Η εμπειρία είναι δυσάρεστη, αλλά αποδεκτή με τοπική αναισθησία. Οκτώ στους δέκα άντρες, κατά μέσο όρο, μπορεί να έχουν ένα φυσιολογικό αποτέλεσμα βιοψίας (αρνητικό για καρκίνο).
 
ΕΝΤΟΠΙΣΜΕΝΟΣ ΚΑΡΚΙΝΟΣ ΠΡΟΣΤΑΤΗ: θεραπευτικές επιλογές
Η έγκαιρη διάγνωση του καρκίνου του προστάτη είναι σήμερα εφικτή, μέσα από τον ετήσιο προληπτικό έλεγχο. Έτσι, στους περισσότερους ασθενείς, ο καρκίνος διαγιγνώσκεται, όταν είναι εντοπισμένος, πριν δηλαδή δώσει μεταστάσεις.
 
Ενώ οι θεραπευτικές επιλογές για τον προχωρημένο καρκίνο του προστάτη είναι λίγες (ορμονοθεραπεία και μετέπειτα χημειοθεραπεία), στα πρώτα στάδια της νόσου είναι πολλές. Η επιλογή της καταλληλότερης θεραπείας γίνεται πάντα ύστερα από διεξοδική συζήτηση με τον ασθενή.
 
Ποιες είναι οι επιλογές θεραπείας στα αρχικά στάδια;
Οι πιο συχνές μορφές θεραπείας για εντοπισμένο καρκίνο του προστάτη είναι:
- Ενεργητική παρακολούθηση/επιτήρηση
Χειρουργική (ριζική προστατεκτομή)
Ακτινοθεραπεία (βραχυθεραπεία και εξωτερική)
Ενεργητική παρακολούθηση/επιτήρηση
Ενεργός παρακολούθηση συνεπάγεται τακτικό έλεγχο (για παράδειγμα κάθε 3 με 6 μήνες), αφού ο καρκίνος του προστάτη είναι πάθηση που εξελίσσεται αργά. Η παρακολούθηση συνιστάται σε ασθενείς συνήθως μεγάλης ηλικίας με ένα μικρό όγκο που δεν είναι πολύ επιθετικός ή σε ασθενείς με μικρό προσδόκιμο επιβίωσης εξαιτίας άλλων σοβαρών προβλημάτων υγείας. Η επιλογή αυτή αξιολογείται με βάση τα χαρακτηριστικά ευρήματα της βιοψίας.
 
Χειρουργική
Η ριζική προστατεκτομή μπορεί να γίνει σήμερα είτε ανοικτά (με τομή) είτε ενδοσκοπικά (λαπαροσκοπικά ή ρομποτικά). Το ογκολογικό αποτέλεσμα είναι ίδιο, αλλά οι ενδοσκοπικές μέθοδοι υπερτερούν λόγω μικρότερης νοσηλείας και μετεγχειρητικού πόνου. Κατά τη διάρκεια της ριζικής προστατεκτομής, το σύνολο του προστάτη θα πρέπει να αφαιρεθεί, μαζί με τις σπερματοδόχους κύστεις (ο καρκίνος μπορεί να επεκτείνεται σε αυτές). Σε κάποιες περιπτώσεις, είναι απαραίτητο να αφαιρεθούν και οι λεμφαδένες (λεμφαδενεκτομή).
 
Ακτινοθεραπεία του προστάτη
Η ακτινοθεραπεία στοχεύει στη θανάτωση των καρκινικών κυττάρων και διακρίνεται στην εξωτερική ακτινοβολία και στη βραχυθεραπεία. Πολλές φορές, τα 2 αυτά είδη ακτινοβολιών χρησιμοποιούνται συνδυαστικά.
 
Εξωτερική ακτινοθεραπεία
Η εξωτερική ακτινοθεραπεία πραγματοποιείται από ακτινοθεραπευτές, βάσει προγραμματισμένων ημερήσιων ραντεβού για περίοδο 7-9 εβδομάδων. Κατά την εφαρμογή της εξωτερικής ακτινοθεραπείας, τμήματα της ουροδόχου κύστης και του ορθού μπορεί να ακτινοβοληθούν. Αυτό μπορεί να προκαλέσει διάρροια και/ή συχνουρία μετά τη θεραπεία. Οι ασθενείς μπορεί, επίσης, να αισθάνονται κουρασμένοι κατά τη διάρκεια της ακτινοθεραπείας. Μετά την εξωτερική ακτινοθεραπεία, πολλοί ασθενείς θα εμφανίσουν μόνιμη απώλεια των στύσεων (ανικανότητα).
 

Βραχυθεραπεία
Η βραχυθεραπεία έχει δώσει αποτελέσματα αντίστοιχα με της ριζικής προστατεκτομής, όταν έχει γίνει σε άντρες με ένδειξη γι’ αυτήν τη θεραπεία, δηλαδή στα πρώτα στάδια της νόσου. Η μέθοδος περιλαμβάνει την εμφύτευση ραδιενεργών σπόρων στον προστάτη.
 
Αυτό γίνεται με τη χρήση διορθικού υπερηχογράφου που, όπως και στη βιοψία, μας επιτρέπει να απεικονίσουμε τον αδένα και να κατευθύνουμε τα εμφυτεύματα στα σωστά σημεία.  Μετά τη βραχυθεραπεία, κάποιοι άντρες θα αντιμετωπίσουν προβλήματα με την ούρηση και τη στύση.
 
ΜΗ ΕΝΤΟΠΙΣΜΕΝΟΣ ΚΑΡΚΙΝΟΣ ΠΡΟΣΤΑΤΗ: θεραπευτικές επιλογές
Οι θεραπευτικές επιλογές για τον προχωρημένο (μη εντοπισμένο καρκίνο του προστάτη) είναι η ορμονοθεραπεία και η χημειοθεραπεία.
 
Ορμονοθεραπεία
Στόχος της ορμονοθεραπείας είναι να σταματήσει την παραγωγή της τεστοστερόνης ή να την εμποδίζει να φτάσει στον προστάτη. Η τεστοστερόνη είναι η αντρική ορμόνη και παράγεται στους όρχεις με σήματα που έρχονται από τον εγκέφαλο. Η ανάπτυξη τόσο των υγιών όσο και των καρκινικών κυττάρων του προστάτη εξαρτάται από την παρουσία της τεστοστερόνης.  Αν δεν υπάρχει τεστοστερόνη, τα καρκινικά κύτταρα πεθαίνουν ή αναπτύσσονται πολύ αργά.
 
Υπάρχουν δύο κατηγορίες φαρμάκων που λειτουργούν με διαφορετικό τρόπο και τα οποία δίνονται μεμονωμένα ή συνδυαστικά.  Η πρώτη κατηγορία, που κυκλοφορεί  με τη μορφή ένεσης (μηνιαία και τρίμηνη μορφή), εμποδίζει την παραγωγή  κάποιων ουσιών στον εγκέφαλο. Ο ρόλος των ουσιών αυτών είναι να φτάνουν με το αίμα στον όρχι και να τον διεγείρουν, ώστε να παράγει τεστοστερόνη. Η δεύτερη κατηγορία κυκλοφορεί σε χάπι και εμποδίζει την τεστοστερόνη να μπει στο καρκινικό κύτταρο. Η ορμονοθεραπεία, εκτός από  τον προχωρημένο καρκίνο του προστάτη, χρησιμοποιείται και σε άλλες περιπτώσεις. Μπορεί να χορηγηθεί πριν από την ακτινοθεραπεία, αυξάνοντας την αποτελεσματικότητά της, επειδή προκαλεί συρρίκνωση του όγκου. Επίσης, χρησιμοποιείται μερικές φορές ύστερα από χειρουργική επέμβαση ή ακτινοθεραπεία, για να επιβραδύνει την ανάπτυξη των  καρκινικών κυττάρων που ίσως παρέμειναν.
 
Η ορμονοθεραπεία έχει κάποιες παρενέργειες, οι οποίες συνήθως είναι καλά ανεκτές. Ενδεικτικά, οι πιο συχνές είναι η στυτική δυσλειτουργία, εξάψεις, οστεοπόρωση, μειωμένη ερωτική επιθυμία  και  αύξηση του σωματικού βάρους. Όταν χορηγείται για πολλά χρόνια, αυξάνει  τον κίνδυνο  εμφράγματος του μυοκαρδίου.
 
Χημειοθεραπεία
Η χημειοθεραπεία χρησιμοποιείται, όταν πλέον τα καρκινικά κύτταρα αποκτήσουν αντοχή στην ορμονοθεραπεία.  Η νόσος σε αυτό το στάδιο είναι προχωρημένη και υπάρχουν μεταστάσεις στα οστά με πόνους.  Η χημειοθεραπεία δεν είναι πολύ αποτελεσματική, για να δοθεί σε πρώιμο στάδιο. Σε αρρώστους με προχωρημένη όμως νόσο, είναι χρήσιμη, τόσο για την παράταση της ζωής όσο και για τη μείωση του πόνου στα οστά.  Σε κάποιες περιπτώσεις, μπορεί να συνδυαστεί με εξωτερική ακτινοβολία στα σημεία των οστών όπου υπάρχει έντονος πόνος. Τα φάρμακα που χορηγούνται, σήμερα, έχουν μικρότερη τοξικότητα συγκριτικά με τα παλιότερα, και οι ασθενείς τα ανέχονται σχετικά καλά.